Cyprus 1974-2023: Still Occupied Still Divided

(Scroll down for English)

ΚΥΠΡΟΣ 1974-2023

Τον Ιούλιο του 1974 η Τουρκία εισέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία, παραβιάζοντας τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Πέρα από τον απέραντο ανθρώπινο πόνο και τις τεράστιες υλικές απώλειες που προκλήθηκαν, οι οδυνηρές συνέπειες της εισβολής και της επακόλουθης βίαιης διαίρεσης και παράνομης στρατιωτικής κατοχής από την Τουρκία είναι ακόμα αισθητές, αφού:

  • Επί 49 συναπτά έτη, η διά της βίας τεχνητή διαίρεση της Κύπρου και του λαού της παραμένει.
  • Πάνω από 36% του κυρίαρχου εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας βρίσκεται ακόμα υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή από την Τουρκία, με την παρουσία χιλιάδων βαριά εξοπλισμένων τουρκικών στρατευμάτων να καθιστούν το κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, αναλογικά, μια από τις πιο στρατιωτικοποιημένες περιοχές του κόσμου.
  • 000 Ελληνοκύπριοι, περισσότεροι από το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού, οι οποίοι εκδιώχθηκαν βίαια από το κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου αποτελούσαν το 70% περίπου του πληθυσμού, στερούνται ακόμα του δικαιώματος επιστροφής στα σπίτια και τις περιουσίες τους.
  • Περισσότερα από 750 άτομα, πολίτες και στρατιώτες, είναι ακόμα αγνοούμενοι, καθώς η τουρκική πλευρά αρνείται να συνεργαστεί πλήρως για τη διακρίβωση της τύχης τους.
  • Λιγότεροι από 400 Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες, από τις 20.000 που αριθμούσαν στο τέλος του Αυγούστου του 1974, παραμένουν εγκλωβισμένοι στα χωριά τους, που είναι ακόμα υπό κατοχή, ζώντας υπό συνθήκες καταπίεσης και στέρησης.
  • Ο δημογραφικός χαρακτήρας και η πληθυσμιακή ισορροπία της Κύπρου έχουν αλλοιωθεί, λόγω της παράνομης μαζικής μεταφοράς εποίκων από την Τουρκία στις κατεχόμενες περιοχές, καθώς και της μετανάστευσης χιλιάδων Τουρκοκυπρίων από το νησί μετά την τουρκική εισβολή. Ως εκ τούτου, οι Τουρκοκύπριοι είναι σήμερα πολύ λιγότεροι από τα στρατεύματα και τους εποίκους από την Τουρκία, αποτελούν δηλαδή τη μειονότητα στις κατεχόμενες περιοχές.
  • Συνεχίζονται ο σφετερισμός ελληνοκυπριακών περιουσιών με παράνομες ανοικοδομήσεις σε ελληνοκυπριακή γη και οι παράνομες πωλήσεις περιουσιών Ελληνοκυπρίων που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους μετά την τουρκική εισβολή.
  • Ανεκτίμητοι εκκλησιαστικοί και αρχαιολογικοί θησαυροί που ανήκουν στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά εξακολουθούν να κινδυνεύουν, ενώ πολλές εκκλησίες, μνημεία, κοιμητήρια και αρχαιολογικοί χώροι έχουν καταστραφεί, βεβηλωθεί ή λεηλατηθεί. Πολλά μνημεία στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου αποτέλεσαν εσκεμμένα στόχο μιας συνεχιζόμενης καταστροφής και περισσότερα από 60.000 πολιτιστικά αντικείμενα έχουν μεταφερθεί λαθραία και πωλούνται παράνομα στο εξωτερικό. Περισσότερες από 550 εκκλησίες και μοναστήρια έχουν λεηλατηθεί, καταστραφεί ή βεβηλωθεί και πάνω από 20.000 εικόνες, ιερά σκεύη, ευαγγέλια και άλλα αντικείμενα έχουν εξαφανιστεί. Οι εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, μουσεία, χώρους διασκέδασης, ξενοδοχεία, στρατόπεδα, αποθήκες, ακόμα και αχυρώνες, ενώ οι ανεκτίμητες εικόνες και τοιχογραφίες τους αφαιρέθηκαν και πωλήθηκαν παράνομα στο εξωτερικό.

Μια σειρά από ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και ψηφίσματα που υιοθετήθηκαν από άλλους διεθνείς οργανισμούς, αντανακλούν την παγκόσμια καταδίκη της τουρκικής εισβολής και τις συνακόλουθες επιθετικές ενέργειες εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μέσω των ψηφισμάτων, απαιτείται, μεταξύ άλλων, η αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, η ασφαλής επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους και η διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων. Επιπρόσθετα, ζητείται ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων καθώς και ο σεβασμός της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου.

Στην απόφασή του για την 4η Διακρατική Προσφυγή της Κύπρου κατά της Τουρκίας στις 10 Μαΐου 2001, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Τουρκία για συνεχείς παραβάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο. Η εν λόγω απόφαση ενισχύεται από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 12 Μαΐου 2014, σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η Τουρκία πρέπει να πληρώσει στην Κύπρο 30 εκατομμύρια ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι συγγενείς των αγνοουμένων και 60 εκατομμύρια ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι της χερσονήσου της Καρπασίας.

Ένας νέος γύρος συνομιλιών για επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης του κυπριακού προβλήματος άρχισε τον Σεπτέμβριο του 2013 και διεξήχθη, όπως όλοι οι προηγούμενοι γύροι, υπό την αιγίδα της αποστολής καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Σε αυτό το πλαίσιο, στις 11 Φεβρουαρίου 2014, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων υιοθέτησαν Κοινή Δήλωση στην οποία, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώθηκε η βάση της διευθέτησης, δηλαδή η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως καθορίζεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και στις Συμφωνικές Υψηλού Επιπέδου. Επιβεβαιώθηκε, επίσης, ότι η όποια διευθέτηση θα πρέπει να διασφαλίσει το κοινό μέλλον όλων των Κυπρίων εντός της ΕΕ.

Από τον Μάιο του 2015 μέχρι τον Ιούνιο του 2017, οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν εντατικά και σημειώθηκε σημαντική πρόοδος σε σημαντικό αριθμό θεμάτων. Δυστυχώς, η Διεθνής Διάσκεψη για την Κύπρο, που διεξήχθη στο Κραν Μοντάνα της Ελβετίας (28 Ιουνίου – 07 Ιουλίου 2017) και επικεντρώθηκε κυρίως στα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων μετά τη διευθέτηση, κατέληξε χωρίς αποτέλεσμα, λόγω της επιμονής της Τουρκίας να έχει το δικαίωμα μονομερούς επέμβασης στην Κύπρο, να διατηρήσει το αναχρονιστικό σύστημα εγγυήσεων και μόνιμη παραμονή στρατευμάτων στην Κύπρο μετά τη λύση.

Κατά την Άτυπη Διάσκεψη της Γενεύης, η οποία συνήλθε στις 27-29 Απριλίου 2021, προκειμένου να εξευρεθεί κοινό έδαφος για την επανέναρξη ουσιαστικών συνομιλιών με στόχο την εξεύρεση λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, των συμφωνικών κορυφής, και των κατά-καιρούς συγκλίσεων, η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία, περιφρονώντας τον Καταστατικό Χάρτη, τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ, αξίωσε όπως η οποιαδήποτε διαπραγμάτευση θα έπρεπε να έχει ως προϋπόθεση την αναγνώριση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της τουρκοκυπριακής κοινότητας, με απώτερο στόχο την επίτευξη λύσης που θα βασίζεται στην αναγνώριση δύο κρατών. Μια αξίωση που δεν είναι μόνο ενάντια στο διεθνές δίκαιο και τους όρους εντολής του ΓΓ, αλλά και ξεκάθαρα αντίθετη στη βούληση του Κυπριακού λαού.

Επιπλέον, η Τουρκία προχώρησε στην δημιουργία νέων τετελεσμένων στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, ανακοινώνοντας περαιτέρω παράνομες ενέργειες στα Βαρώσια, μια περιφραγμένη περιοχή της Αμμοχώστου. Αυτές οι ενέργειες που αντιβαίνουν σε σαφή ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που απαγορεύουν την αλλαγή του στάτους κβο των Βαρωσίων, καταδικάστηκαν εκ νέου με Προεδρική Διακήρυξη του Συμβουλίου Ασφαλείας που εκδόθηκε στις 23 Ιουλίου 2021, η οποία ζητούσε την άμεση αντιστροφή όλων των παράνομων ενεργειών και τον πλήρη σεβασμό των σχετικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασης των Βαρωσίων υπό τη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών. Οι πρόσφατες προκλήσεις από την Τουρκία επηρεάζουν αρνητικά τις προσπάθειες του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και της διεθνής κοινότητας να δημιουργήσουν συνθήκες που ευνοούν την επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων.

[…] Επιθυμώ σήμερα να επαναλάβω ενώπιόν σας τη διαβεβαίωση ότι κορυφαία προτεραιότητά μου αποτελεί η επίλυση του Κυπριακού εντός του συμφωνημένου πλαισίου, ώστε να γίνει επιτέλους η πατρίδα μας ένα επανενωμένο, ελεύθερο, σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος, η κοινή πατρίδα ευημερίας και ασφάλειας για όλους τους νόμιμους πολίτες του, χωρίς καμία διάκριση.

Δεν έχω φυσικά ψευδαισθήσεις. Γνωρίζω ότι την ίδια ακριβώς διαβεβαίωση έδωσαν όλοι οι προκάτοχοι μου, τους οποίους μνημονεύω με σεβασμό. Τον πρώτο Πρόεδρο, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τον Σπύρο Κυπριανού, τον Γιώργο Βασιλείου, τον Γλαύκο Κληρίδη, τον Τάσο Παπαδόπουλο, τον Δημήτρη Χριστόφια και τον απερχόμενο Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη. Όλοι τους αποχώρησαν από την Προεδρία χωρίς να πετύχουν το ειλικρινές όραμα της ελευθερίας και της επανένωσης για την πατρίδα μας, αν και το ήθελαν με όλο τους το είναι.

Και αυτό γιατί οι αξιώσεις της τουρκικής πλευράς ήταν πέραν των δικών μας ορίων και πέραν των ορίων που η δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα επιβάλλουν για κάθε σύγχρονη, δημοκρατική χώρα και τους πολίτες της. Παρά τους συμβιβασμούς που έγιναν διαχρονικά από τη δική μας πλευρά ακόμη και μετά τον ιστορικό συμβιβασμό της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, ο τουρκικός μαξιμαλισμός δεν επέτρεψε την ευόδωση καμίας προσπάθειας κατά τρόπο που να διασφαλίζει τα συμφέροντα όλων των νόμιμων κατοίκων της χώρας και κανενός άλλου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η δική μας πλευρά δεν περιέπεσε ποτέ σε κανένα σφάλμα ή παράληψη.

Με τη λύση του Κυπριακού, η Κυπριακή Δημοκρατία θα μετεξελιχθεί για να αποτελέσει το κοινό μας σπίτι εντός της Ευρωπαϊκής οικογένειας. Αυτή είναι η λύση που οραματίζομαι.

Τέλος, θα ήθελα να κάνω ιδιαίτερη αναφορά στους απόδημούς μας, στην ομογένειά μας με τους οποίους είχα την ευλογία να συνεργαστώ, διαβεβαιώνοντας τους για την ειλικρινή μου επιθυμία για περαιτέρω σύσφιξη των δεσμών μας […]

                                                                                                                          Νίκος Χριστοδουλίδης, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας

                                                                                                                          Απόσπασμα ομιλίας ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων

                                                                                                                          Φεβρουάριος 2023

 

CYPRUS 1974-2023

STILL OCCUPIED STILL DIVIDED

In July 1974, Turkey invaded the Republic of Cyprus in violation of the UN Charter and the fundamental principles of international law. Beyond the immense human suffering and the great material losses, the dire consequences of the invasion and subsequent illegal military occupation by Turkey are still felt today:

  • For 49 consecutive years Cyprus and its people remain forcibly and artificially divided.
  • Over 36% of the sovereign territory of the Republic of Cyprus is still under illegal military occupation by Turkey, with the presence of dozens of thousands of heavily armed Turkish troops rendering the occupied area of Cyprus one of the most densely militarised areas in the world.
  • 000 Greek Cypriots, over a third of the 1974 total population, who were forcibly expelled from the northern part of Cyprus, where they constituted about 70% of the population, are still deprived of the right to return to their homes and properties.
  • More than 750 persons, civilians and soldiers, are still missing, while the Turkish side refuses to cooperate fully in ascertaining their fate.
  • Less than 400 Greek Cypriots and Maronites, out of 20.000 at the end of August 1974, remain enclaved in their still-occupied villages, living under conditions of oppression and deprivation.
  • The demographic structure and balance of Cyprus has been altered due to the illegal mass transfer of settlers from Turkey to the occupied areas, as well as the emigration of thousands of Turkish Cypriots from the island after the Turkish invasion. As a result, Turkish Cypriots are now vastly outnumbered by troops and settlers from Turkey, thus constituting the minority in the occupied areas.
  • The usurpation of Greek Cypriot properties continues through the illegal construction on Greek Cypriot land and the illegal sale of property owned by Greek Cypriots, who were forcibly expelled from their homes.
  • Priceless religious and archaeological treasures – part of the world’s cultural heritage – are still in danger, while many churches, monuments, cemeteries, and archaeological sites have been destroyed, desecrated or vandalized. Many monuments in the occupied part of Cyprus have been targeted for deliberate destruction and more than 60.000 cultural objects have been smuggled and illegally sold abroad. More than 550 churches and monasteries have been looted, destroyed or desecrated and more than 20.000 icons, sacred vessels, gospels and other objects have disappeared. Churches have been turned into mosques, museums, places of entertainment, hotels, army barracks, storages and even barns and their invaluable icons and frescoes were removed and illegally sold abroad.

A series of UN General Assembly and Security Council resolutions, as well as resolutions adopted by numerous other international organizations, reflect the universal condemnation of Turkey’s invasion and all subsequent acts of aggression against the Republic of Cyprus. The resolutions demand, inter alia, the withdrawal of foreign troops, the return of refugees to their homes in safety and the ascertainment of the fate of missing persons. Moreover, they call for the respect of the human rights of all Cypriots as well as for respect to the independence, sovereignty and territorial integrity of Cyprus.

In its Judgment on the 4th Interstate Application of Cyprus v. Turkey on May 10th, 2001, the European Court of Human Rights found Turkey guilty of continuous violations of human rights in Cyprus. The said Judgment is reinforced by the Judgment of the European Court of Human Rights of May 12th, 2014, whereby the Court held that Turkey was to pay Cyprus €30 million in respect of the non-pecuniary damage suffered by the relatives of the missing persons, and €60 million in respect of the non-pecuniary damage suffered by the enclaved Greek-Cypriots residents of the Karpas peninsula.

A new round of negotiations, aiming at a comprehensive settlement of the Cyprus problem, was initiated in September 2013. As all previous ones, it had been conducted under the auspices of the UN Secretary-General’s Good Offices Mission. On 11 February 2014, the leaders of the two communities adopted a joint declaration which, inter alia, reaffirmed the basis of a settlement, namely a bi-communal, bi-zonal federation with political equality, as set out in the relevant Security Council Resolutions and the High Level Agreements. It also reaffirmed that any settlement should ensure the common future of all Cypriots within the EU.

From May 2015 to June 2017, negotiations proceeded intensively and significant progress was reached on an important number of issues. Regrettably, the International Conference on Cyprus, which was mainly focused on security and guarantees post-settlement, at Crans Montana, Switzerland (28 June – 07 July 2017), concluded without result, due to Turkey’s insistence on maintaining the right to unilaterally intervene in Cyprus, retaining an anachronistic system of guarantees and permanently maintaining troops on Cyprus after the settlement.

The Informal Geneva Conference, which convened on 27-29 April 2021, aimed at finding common ground for the resumption of substantive talks toward achieving a solution, within the framework of the UN Security Council resolutions, the High Level agreements and occasional convergences between the two sides. However, Turkey and the Turkish Cypriot leadership, in defiance of UN Security Council and General Assembly resolutions, demanded that any negotiation should have as a prerequisite the recognition of the Turkish Cypriot community’s sovereign rights, with the ultimate aim of reaching an agreement based on two separate states. This demand, is not only against international law and the terms of the Secretary General’s mandate, but also clearly contrary to the will of the Cypriot people.

In addition, Turkey proceeded with the creation of new faits accomplis in the occupied areas of Cyprus, announcing further illegal actions in Varosha, a fenced-off area of Famagusta. These actions that contravened clear UN Security Council resolutions prohibiting a change to Varosha’s status quo were again condemned by a Security Council Presidential Declaration issued on 23 July 2021, which called for the immediate reversal of all illegal actions and for full respect of the relevant UN resolutions including the transfer of Varosha to the administration of the United Nations. The latest provocations by Turkey negatively impact efforts by the UN Secretary General and the international community to create conditions conducive to the resumption of meaningful negotiations.

[…] It is for this reason that I wish today to repeat before you my pledge that my top priority will be the solution of the Cyprus problem within the agreed framework, in order that our country can at last become a reunified, free, contemporary, European state, a common land of prosperity and security for all its legal citizens, without discrimination.

Naturally, I have no illusions. I am aware that all my predecessors, whose names I recall with respect, gave the same pledge: The first President, Archbishop Makarios, Spyros Kyprianou, George Vasiliou, Glafcos Clerides, Tassos Papadopoulos, Demetris Christofias, and the outgoing President, Nicos Anastasiades. They all left the Presidency without achieving the sincere dream of freedom and reunification for our country, despite their heartfelt desire to achieve this goal.

The reason for the failure to achieve reunification was that the demands of the Turkish side went beyond our own limits and beyond the limits that democracy and human rights impose on every modern democratic country and its citizens. Despite the compromises made over the years by our side. Even after the historic compromise of the acceptance of a Bizonal Bicommunal federation, Turkish maximalism has not permitted any effort to bear fruit in a way that would safeguard the interests of all the legal citizens of the island and no one else. Of course, this doeas not mean that our side never made any mistakes or omissions.

If a solution is found for the Cyprus problem, the Cyprus Republic will be able to evolve into our common home within the great European family. This is the solution we envision.

Finally, I would like to make special reference to the overseas Cypriots, with whom I have been blessed to have worked closely, and to assure them of my sincere desire to tighten our bonds further. […]

Nikos Christodoulides, President of the Republic of Cyprus

Excerpt from speech before the House of Representatives

February 2023