Ι.Ν. Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστού, Λονδίνο
30/3/2025
(Scroll down for English)
Τιμούμε σήμερα δύο ιστορικές επετείους με εθνικό και ιστορικό συμβολισμό: την 25η Μαρτίου 1821, την αφετηρία του λυτρωτικού αγώνα των Ελλήνων, και την 1η Απριλίου 1955, την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου. Πρόκειται για δύο ορόσημα που σημάδεψαν τον ευρύτερο Ελληνισμό, υπενθυμίζοντάς μας πως η ελευθερία δεν χαρίζεται αλλά κατακτιέται με θυσίες, τόλμη, όραμα και πίστη στα ιδανικά του έθνους.
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπήρξε αποτέλεσμα μακροχρόνιων διεργασιών και προετοιμασίας. Ο ελληνικός λαός, μετά από αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας, κλήθηκε να σηκώσει το λάβαρο της επανάστασης με στόχο την αποτίναξη του ζυγού και τη δημιουργία ενός νέου ανεξάρτητου, ελληνικού κράτους. Οι επαναστάτες, αντιμετωπίζοντας αντιξοότητες, πέτυχαν σημαντικές νίκες, ενώ η διεθνής υποστήριξη που καλλιέργησε το φιλελληνικό κίνημα επέφερε την επέμβαση των τότε διεθνών δυνάμεων, οι οποίες συνέβαλαν στην τελική έκβαση του αγώνα. Πείσαμε δηλαδή ότι ήμασταν ένα έθνος που έπρεπε να έχει δική του χώρα.
Ο αγώνας του 1821 πρέπει να διδάσκει μέχρι σήμερα πώς ο Ελληνισμός πρέπει να δίνει μάχες για εθνική κυριαρχία, αυτοεπιβεβαίωση και σε συνθήκες δημοκρατίας. Για αυτό η διατήρηση της ιστορικής μνήμης και του φρονήματος είναι σημαντικά, αποδεικνύοντας πως η εθνική ταυτότητα και συνείδηση που έχουν πολιτισμικές ρίζες δεν κάμπτονται από δυσκολίες αλλά ισχυροποιούνται μέσα από αυτές. Η ταυτότητα ως λαός είναι στον πυρήνα της ύπαρξης μας.
Συμπατριώτες και Συμπατριώτισσες,
Το παράδειγμα της ελληνικής Επανάστασης αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για άλλες εθνικοαπελευθερωτικές εξεγέρσεις στην Ευρώπη, αποδεικνύοντας τη σημασία της αποφασιστικότητας και της πολιτικής δράσης. Για τους Έλληνες της Κύπρου αποτέλεσε ιδιαίτερο σημείο αναφοράς.
Η Κύπρος είχε περιληφθεί από την Φιλική Εταιρεία στο πρόγραμμα εξεγέρσεως μαζί με όλες τις χώρες υπό οθωμανικό ζυγό –όπου ζούσαν Έλληνες. Απεσταλμένοι της Φιλικής Εταιρείας πήγαιναν κι ερχόντουσαν. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο ίδιος, απέστειλε και επιστολή προς τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, τον Οκτώβριο του 1820, στην οποία αναφέρεται στην υπεσχημένη βοήθεια του Κύπριου ιεράρχη για την σύσταση σχολείου στην Πελοπόννησο. Η Φιλική Εταιρεία βρήκε πρόσφορο έδαφος εξάπλωσης στην Λάρνακα, το κατεξοχήν τότε αστικό κέντρο του νησιού με πολλούς εμπόρους, κυρίως επτανήσιους.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός προσπαθούσε να διασκεδάσει τις υποψίες των Τούρκων για τη δράση της Φιλικής Εταιρείας –και για την επικείμενη προέκταση της Επανάστασης στο νησί. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης ελλιμενίζεται για λίγες ημέρες, τον Ιούνιο του 1821, στο χωριό Άγιος Σέργιος, κοντά στην Σαλαμίνα, και ακολούθως, μεταβαίνει στο μικρό λιμάνι της Ασπρόβρυσης, κοντά στην Λάπηθο. Η Υψηλή Πύλη αντιδρά δυναμικά με την αποστολή στρατού στο νησί και την έκδοση διαταγής καταστολής κάθε εξέγερσης.
Στις 3 Μαΐου ξεκίνησαν οι διωγμοί στο νησί. Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, με αρκετούς Μητροπολίτες ηγουμένους και ιερείς, σφαγιάστηκαν την 9η Ιουλίου 1821. Επίσης, λεηλατήθηκαν εκκλησίες και μονές και δημεύθηκαν οι περιουσίες των σφαγιασθέντων. Η Εκκλησία της Κύπρου παρέμεινε ακέφαλη για αρκετούς μήνες, μέχρι τον Δεκέμβριο του 1821.
Εκτελέσεις, διωγμοί, καταστροφές και λεηλασίες ήταν ο πρόλογος της σειράς τρομοκρατικών και καταπιεστικών μέτρων εναντίον του ελληνόφωνος πληθυσμού. Ο Τούρκος Διοικητής –προκειμένου να σφετερισθεί την περιουσία πολλών εξεχόντων ανδρών του νησιού- κατηγόρησε 486 εξέχουσες προσωπικότητες με κατάλογο που έστειλε στην Πύλη, αναφέροντάς τους ως συνωμότες. Η Υψηλή Πύλη διέταξε να θανατωθούν όσοι είχαν προγραφεί και να δημευθεί η περιουσία τους. Η σφαγή κράτησε ένα μήνα. Το νησί έμεινε χωρίς ηγεσία.
Ο ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης –ο «εθνικός ποιητής της μεγαλονήσου»- θα αποτυπώσει αυτά τα γεγονότα στο έπος της 9ης Ιουλιου κι οι στίχοι του θα ηχούν για πάντα στις συνειδήσεις των Ελλήνων της Κύπρου:
«Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την-ι-ξηλείψη,
κανένας, γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!
Σφάξε μας ούλους τζι’ ας γενή το γαίμαν μας αυλάτζιν,
κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν τζιαι τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ξέρε πως ίλαντρον όντας κοπή καβάτζιν
τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ‘νιν αντάν να τρώ’ την γην τρώει την γην θαρκέται,
μα πάντα τζιείνον τρώεται τζιαι τζιείνον καταλυέται».
ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1955
Την ίδια αφοσίωση στον αγώνα και πάθος για ελευθερία επέδειξαν και οι Κύπριοι ‘Ελληνες, οι οποίοι, την 1η Απριλίου 1955, πριν 70 χρόνια, ξεκίνησαν μια άνιση μάχη κατά της αποικιοκρατίας.
Η τότε ελληνική κυπριακή ηγεσία –αφού εξάντλησε κάθε μέσο διπλωματίας- υποχρεώθηκε, στη συνέχεια, να υιοθετήσει μεθόδους εξεγέρσεων, διαδηλώσεων αλλά και ανταρτοπολέμου, στοιχείο ξένο στη φιλοειρηνική προδιάθεση του λαού μας, επιφέροντας σημαντικά πλήγματα στην τότε αποικιακή διοίκηση. Στις προσπάθειές τους να καταπνίξουν την εξέγερση, οι αποικιοκράτες επέβαλαν σκληρές ποινές, βασανιστήρια, στρατιωτικό νόμο και δημόσιες εκτελέσεις.
Ο αγώνας της ΕΟΚΑ (1955-1959) ήταν η κορύφωση μιας μακράς πορείας διεκδίκησης της αυτοδιάθεσης από τον κυπριακό ελληνισμό με σκοπό την ένωση της μεγαλονήσου με τον εθνικό κορμό. Οι συνέπειες του αγώνα για την καθημερινότητα των Ελλήνων Κυπρίων ήταν απάνθρωπες, καθώς οι αποικιακές αρχές εφάρμοσαν συλλογικές τιμωρίες, στρατιωτικό νόμο περιορισμών και απαγχονισμούς αγωνιστών, ακόμα κι έφηβων αμούστακων παιδιών, επιφέροντας κύμα καταστολής και βίας στην Κύπρο. Τα φυλακισμένα μνήματα μαρτυρούν μέχρι σήμερα το τίμημα του αγώνα και την αυταπάρνηση αυτών που πίστεψαν σε ένα ελληνικό μέλλον για την ιδιαίτερη πατρίδα μας.
Το χειρότερο έγκλημα, όμως, της αποικιοκρατίας σε βάρος του ελληνόφωνου πληθυσμού ήταν η αναμόχλευση παθών, εισάγοντας στο προσκήνιο τις διεκδικήσεις της Τουρκίας για το νησί, παραγνωρίζοντας την Συνθήκη της Λωζάνης, ωθώντας τους Τούρκους κάτοικους του νησιού να έρθουν σε αντιπαράθεση με τους Έλληνες. Εφάρμοσαν, δυστυχώς με μεγάλη επιτυχία, το διαίρει και βασίλευε. Διότι, η σκιά αυτής της πολιτικής σε βάρος μας έχει συνέπειες μέχρι και σήμερα.
Η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 ήταν ο συμβιβασμός των Ελλήνων της Κύπρου.
Η σημερινή επέτειος των 70 χρόνων, από την έναρξη του ένοπλου αγώνα των Ελλήνων Κύπριων κατά της αποικιοκρατίας, δεν πρέπει να ειδωθεί ως, απλά, μια αναδρομή στο παρελθόν, αλλά και ως μάθημα για τις ηγεσίες μας και εμάς τους ίδιους, αλλά και μια υπενθύμιση της συλλογικής ευθύνης που έχουμε σήμερα.
Το κυπριακό ζήτημα παραμένει άλυτο, με το βόρειο τμήμα του νησιού μας να παραμένει απρόσβατο στους εκτοπισμένους μας. Εξ ου και η ηγεσία μας δεν έχει άλλη επιλογή από το να συνεχίσει, με νηφαλιότητα και σταθερότητα, τη διπλωματική μας δράση, αξιοποιώντας τη δύναμη της διασποράς –ιδιαίτερα εδώ στην Βρετανία- και τις διεθνείς μας συνεργασίες, ώστε να επιτύχουμε μια βιώσιμη λύση που θα επιτρέψει επιστροφή σε μια πιο φυσιολογική συνύπαρξη των κοινοτήτων, με στόχο την ασφάλεια και την ευημερία ολονών μας.
Οφείλουμε στους ήρωες που αγωνίστηκαν για την ελευθερία της πατρίδας μας, να συνεχίσουμε την προσπάθεια για μια λειτουργική λύση, βασισμένη στο διεθνές δίκαιο και τις αρχές της κυριαρχίας και της αυτοδιάθεσης.
Η πρόσφατη διευρυμένη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε νωρίτερα αυτό τον μήνα υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Η.Ε, είναι αποτέλεσμα της δεδηλωμένης πολιτικής βούλησης του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη στο να επιτευχθεί λύση του κυπριακού προβλήματος στη βάση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, όπως αυτή προβλέπεται από τα σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Η.Ε, με μια κυριαρχία και διεθνή προσωπικότητα, ενιαία ιθαγένεια και με διασφαλισμένη την ανεξαρτησία και εδαφική της ακεραιότητα.
Τα αποτελέσματα της Διάσκεψης της 18ης Μαρτίου 2025 δείχνουν ότι ο δρόμος παραμένει γεμάτος προκλήσεις, αλλά συνάμα αποδεικνύει ότι η ηγεσία της σύγχρονης κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να επιφέρει αποτέλεσματα όταν εργάζεται μεθοδικά και με κατανόηση του πως λειτουργεί η σύγχρονη διεθνής τάξη.
Μετά τη στασιμότητα που είχαμε από το 2017, φαίνεται να δημιουργούνται προϋποθέσεις για το μέλλον. Ο διορισμός και πάλι ενός προσωπικού απεσταλμένου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Η πρόσκληση του ΓΓ ΟΗΕ στις δύο πλευρές να εφαρμόσουν μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης για να δημιουργηθεί εκείνη η ατμόσφαιρα μιας ελάχιστης εμπιστοσύνης ότι μπορούμε να ζήσουμε μαζί.
Δεν πρέπει επίσης να αγνοείται η σημασία της κοινής επιστολής του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δείχνει ότι το κυπριακό ζήτημα είναι ευρωπαϊκή υπόθεση και ότι η Κύπρος δεν στέκεται μόνη έναντι των προκλήσεων.
Τέλος, η επόμενη συνάντηση που είναι προγραμματισμένη για τον ερχόμενο Ιούλιο αυτού του έτους αποτελεί ορόσημο για την πάρα πέρα πορεία της διαδικασίας.
Οι εξελίξεις στη Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή υπενθυμίζουν πως η ελευθερία και η ειρήνη δεν είναι δεδομένες στον 21ο αιώνα. Σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται διαρκώς, η ανάγκη για διεθνή συνεργασία και διατήρηση της ιστορικής αλήθειας είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Η κυπριακή διασπορά στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί μια ισχυρή δύναμη που μπορεί να συμβάλει στην προβολή των επιχειρημάτων μας για το Κυπριακό, και στην προώθηση της εθνικής μας υπόθεσης.
Φίλες και φίλοι, συμπατριώτες, συμπατριώτισσες,
Συμπληρώνοντας έναν χρόνο παρουσίας μου στην Κυπριακή Ύπατη Αρμοστεία, παραμένω προσηλωμένος στην αποστολή μας να υπηρετούμε τα συμφέροντα της Δημοκρατίας της Κύπρου και να ενισχύουμε τους δεσμούς με τη φιλοξενούσα χώρα, με τη συμβολή της παροικίας και της εκκλησίας μας. Η Ελλάδα αναπόφευκτος αρωγός να υπενθυμίζει ότι το εθνικό κέντρο παραμένει στην καρδιά μας. Η ιστορία διδάσκει ότι κανένας αγώνας δεν είναι μάταιος κι ότι η εθνική ενότητα και η αποφασιστικότητα είναι οι μεγαλύτερες μας δυνάμεις.
**************
Please allow me to make few remarks in English,
Dear compatriots, dear friends,
Today, we commemorate two significant anniversaries in our history: March 25, 1821, marking the Greek uprising against the Ottoman Empire that led to Greece’s independence, and April 1, 1955, the beginning of Cyprus’ struggle for liberation. Both, serve as reminders that freedom is achieved through sacrifice, courage, and unwavering dedication to national ideals.
The Greek Revolution of 1821 sought to overthrow Ottoman rule and establish an independent state. Despite immense challenges, the revolutionaries ultimately triumphed, with international support playing a crucial role. Cyprus also became part of this broader struggle, as the Filiki Eteria attempted to extend the revolution to the island. However, Turkish authorities responded with brutal crackdowns, including the execution of Archbishop Kyprianos and many other Cypriot leaders in 1821.
More than a century later, Cypriot Greeks launched its own independence movement (1955-1959) to end British colonial rule and re-unify the island with Greece. After exhausting all diplomatic efforts, our compatriots resorted to demonstrations, civic resistance and guerilla warfare facing as an expected consequence severe repression by the colonial administration, including public executions and collective punishments.
The resistance of Greek Cypriot movement led to the establishment of the Republic of Cyprus in 1960, in the attempt of the colonial application of the divide and rule doctrine, which brought in the surface of the issue the demands of Turkey for a two-state solution. It was a compromised outcome and the young Republic faced significant challenges from its very first steps, highlighting the ongoing struggle for stability, security and a unique kind of national unity.
Today’s 70th anniversary of the beginning of the anticolonial liberation struggle should not be seen merely as a reflection on the past but also as a lesson for our leaders and ourselves, as well as a reminder of the collective responsibility we bear today, to deliver to the youngest generation a better and a free from Turkish occupation country.
The most recent diplomatic efforts, including the Geneva meeting in extended format, under UN auspices earlier this month, reflect a renewed commitment to resolving the Cyprus problem. President Nikos Christodoulides has reaffirmed his dedication to a solution based on a Bizonal Bicommunal Federation with political equality, as outlined in UN resolutions. The March 18, 2025, conference highlighted that, despite ongoing challenges, strategic diplomacy can foster progress. Key developments include:
- The reappointment of a UN Secretary-General’s personal envoy.
- Implematation of four targeted confidence-building measures to strengthen cooperation between the two communities.
- Strong EU engagement, emphasizing that Cyprus remains a European issue.
The scheduled follow-up meeting to be held in July 2025, hopefully will be a crucial step forward.
Dear compatriots, dear friends,
In a world burdened by ongoing conflicts, peace and freedom cannot be taken for granted. Cyprus must continue leveraging diplomatic channels and mobilizing its diaspora, particularly in the UK, to keep its cause on the international agenda. It is our duty to honour past sacrifices by striving for a just and lasting solution that guarantees security, stability and national dignity for us and for our children.
Thank you for your attention,
Dr Kyriacos Kouros
High Commissioner of the Republic of Cyprus in the United Kingdom